Πολιτική πόλωση ή κοινωνικός διχασμός; / Επιστροφή στη δεκαετία του ’60; – Τοποθετούνται οι Ευτύχης Βαρδουλάκης, Χριστόφορος Βερναρδάκης, Ρένα Δούρου
Το ΜΟΝΟ έθεσε το ερώτημα και ζήτησε τις απαντήσεις πέντε παραγόντων του δημόσιου βίου, προκειμένου να φωτίσει όλες τις πλευρές του θέματος:
«Διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί ανησυχούν για τον κίνδυνο ανεξέλεγκτης κοινωνικής έκρηξης στην Ελλάδα, διεθνή ΜΜΕ εκφράζουν φόβους για το ξέσπασμα πολιτικών ταραχών, ως αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας. Ο Γ. Καρατζαφέρης μιλά για τον κίνδυνο «να γίνει η χώρα μας η Κούβα της Μεσογείου» και να ξεσπάσει ανεξέλεγκτη κοινωνική σύγκρουση «που θα κατακάψει όλη την Ευρώπη». Ο Α. Σαμαράς επιτέθηκε με σφοδρότητα στην Αριστερά για «κατάχρηση κινητοποιήσεων και διωγμό επιχειρήσεων», ενώ ο Ε. Βενιζέλος τον επικρότησε, προσχωρώντας στην κριτική αυτή. Είναι όλα αυτά απλές προεκλογικές ρητορικές εξάρσεις ή εμπεριέχουν και το ρίσκο ενός νέου διχασμού;»
Ευτύχης Βαρδουλάκης: Σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας – Διευθύνων εταίρος της Stratego
Ανάλογες ρητορικές εξάρσεις είναι εν πολλοίς αυτονόητες, ιδίως προεκλογικά. Το αν αυτού του είδους τα ρητορικά σχήματα εμπεριέχουν και το ρίσκο ενός διχασμού πρέπει να διερευνηθεί βαθύτερα, σε σχέση με τις προϋποθέσεις ύπαρξης ενός «εμφυλίου». Τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις μοιάζουν απαραίτητες: Πρώτον, ο μανιχαϊσμός ως κύριο στοιχείο πολιτικής τοποθέτησης. Δεύτερον, η ταύτιση με το «άσπρο» ή το «μαύρο» του μανιχαϊκού διπόλου να είναι ισχυρότερη από την συναίσθηση ότι αμφότερες οι πλευρές αποτελούν τμήματα της ίδιας κοινής συλλογικότητας. Αυτές οι προϋποθέσεις σήμερα υπάρχουν, αλλά όχι καθ’ ολοκληρίαν.
Σε ό,τι αφορά στην πρώτη προϋπόθεση, το μανιχαϊκό δίπολο υπάρχει και είναι η ανάδειξη των μνημονίων ως βασική διαιρετική τομή του πολιτικού τοπίου. Ωστόσο, είναι μια μεθοδολογικά ανεπαρκής προσέγγιση, καθώς:
α) μεγάλο τμήμα πολιτών, ακόμα και αν συγκυριακά τοποθετείται στη βάση «άσπρου-μαύρου», επί της ουσίας υιοθετεί πιο «γκρίζες» θέσεις – εξού και οι «αντιφατικές» απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα,
β) επειδή παραβλέπει την ανομοιομορφία των δυο πόλων, τις εσωτερικές τους αντιφάσεις και τις εν δυνάμει συγκρουσιακές τους τάσεις.
Ως εκ τούτου, όσο η συζήτηση και η πολιτική διαδικασία προχωρούν, το δίπολο που σχηματίζεται με αφορμή μια συγκεκριμένη πολιτική πράξη, αποδομείται μέσα από τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Ένα τέτοιο δίπολο δύσκολα μπορεί να αποτελέσει τη βάση μιας διαίρεσης με μονιμότερα χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση, τα πράγματα περιπλέκονται. Η κρίση αξιοπιστίας των περισσότερων θεσμικών εκφράσεων σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, συμβάλλουν στη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Ένας πολίτης σε απόγνωση, που νοιώθει οργή κατά του «συστήματος» (ό,τι και αν σημαίνει αυτό για τον καθένα) δύσκολα μπορεί να αισθανθεί μέλος μιας ευρύτερης συλλογικότητας. Αντίστροφα, κάποιος με βεβαιότητες για την κατεύθυνση της χώρας δυσκολεύεται να βρει κοινό τόπο συνεννόησης με κάποιον που αμφισβητεί θεμελιακά το πολιτικοκοινωνικό status.
Η κυρίαρχη πολιτική ρητορική επιχειρεί να διχοτομήσει το εκλογικό σώμα σε αυτήν ακριβώς τη βάση. Ωστόσο, οι φωνές αυτές – από όποια μεριά και αν προέρχονται– προσκρούουν σε κάτι «ξεροκέφαλο», στα γεγονότα, καθώς στην πορεία ανακύπτει ξανά το ίδιο ζήτημα του πολυκερματισμού, των διαφορετικών αφετηριών, των διαφορετικών στόχων, των αντιφάσεων. Εν κατακλείδι: το ρίσκο ενός διχασμού υφίσταται. Ωστόσο οι διαιρετικές τομές δεν είναι σαφείς, τα δίπολα δεν είναι ομοιογενή, οι «συμμαχίες» είναι συγκυριακές. Ίσως είναι προτιμότερο να μιλάμε για απορρύθμιση των παραδοσιακών πολιτικών σταθερών και πολυκερματισμό, παρά για διχασμό, πάνω σε συγκεκριμένο διακύβευμα.
Χριστόφορος Βερναρδάκης: Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο ΑΠΘ και επιστημονικός σύμβουλος της εταιρίας δημοσκοπήσεων VPRC.
Η ενέργεια του Α. Σαμαρά να ανοίξει μέτωπο με την Αριστερά δημιούργησε πολλά ερωτηματικά για τη σκοπιμότητά της. Θα επιχειρήσω να δώσω δύο ερμηνείες, με την ελπίδα ότι φωτίζουν έστω εν μέρει την κίνηση αυτή:
α) Η κοινωνική βάση της ελληνικής δεξιάς και κεντροδεξιάς βρίσκεται σήμερα σε συνθήκες ραγδαίων ιδεολογικών μεταβολών. Η επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών την τελευταία διετία έχει ως αποτέλεσμα την ριζοσπαστικοποίηση, είτε προοδευτική είτε αντιδραστική, σημαντικού μέρους της λαϊκής κοινωνικής της βάσης, η οποία βλέπει παλαιά στερεότυπα και ιδέες να διαψεύδονται μπροστά στην έκρηξη των κοινωνικών ανισοτήτων. Οι ιδεολογικοί μετασχηματισμοί στο χώρο της παραδοσιακής δεξιάς ρευστοποιούν σε πρωτοφανή βαθμό και την πολιτική συνοχή του κατεξοχήν αστικού κόμματος, της ΝΔ. Έτσι, για την ηγεσία της Ν.Δ., καθίσταται επιτακτική η ανάγκη της αναζήτησης μιας έστω και σχετικής ιδεολογικής συνοχής και συγκρότησης του χώρου.
Στο σημείο αυτό ωστόσο εμφανίζεται ένα πρωτοφανές ηγετικό έλλειμμα: η Ν.Δ. «ανακαλύπτει», σαράντα σχεδόν χρόνια μετά τη μεταπολίτευση του ’74, στον αντικομμουνισμό και στο μέτωπο προς την αριστερά την πρώτη ύλη της ιδεολογικής της ταυτότητας. Ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός», το «κοινωνικό κέντρο», ο «μεσαίος χώρος», η «υπέρβαση των διαιρέσεων σε δεξιά, κέντρο ή αριστερά», ό,τι δηλαδή σηματοδότησε την ιδεολογική παρέμβαση του αστικού κόμματος στη μεταπολίτευση, τείνει να ξεπεραστεί με μια επιστροφή στα πολύ παλαιά υλικά της προδικτατορικής δεξιάς. Ωστόσο, το κράμα αντικομμουνισμού και μνημονιακής υποστήριξης είναι αμφίβολο αν θα προσφέρει την έξοδο από τη βαθειά κρίση της δεξιάς στην Ελλάδα που εξελίσσεται παράλληλα με αυτήν του δικομματισμού.
β) Συνέπεια της ιδεολογικής μεταβλητότητας στο χώρο της δεξιάς και της κεντροδεξιάς είναι και οι μετακινήσεις (παλαιών) ψηφοφόρων της προς τα κόμματα της αριστεράς, αλλά και προς όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις.
Επισημαίνουμε ιδιαίτερα τις μετακινήσεις από την Ν.Δ. προς τα κόμματα της αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ), διότι φαίνεται από τα διαθέσιμα στοιχεία των πολιτικών ερευνών ότι αυτό το φαινομενικώς παράδοξο αποτελεί μια βασική παράμετρο της σημερινής εκλογικής κινητικότητας. Επομένως, είναι πιθανόν το μέτωπο Σαμαρά προς την Αριστερά να στοχεύει στην ανακοπή ή έστω στη μείωση αυτού του ρεύματος.
Ρένα Δούρου: Μέλος της Π. Γ. του Συνασπισμού, υπεύθυνη Ευρωπαϊκής Πολιτικής.
Σήμερα, πάνω από την Ελλάδα πλανιέται ένα φάντασμα. Αυτό της Αριστεράς. Μιας Αριστεράς που ανακάμπτει δημοσκοπικά αλλά και κοινωνικά, καθώς προς αυτή φαίνεται να στρέφονται όλο και περισσότεροι πολίτες αναζητώντας, πέρα από το αυτονόητο, δηλαδή την ελπίδα, και ρεαλιστικές προτάσεις. Η ώρα της Αριστεράς λοιπόν; Δεν θα επιδοθώ σε άσκηση κομματικού πατριωτισμού, δίνοντας την αναμενόμενη, λόγω της πολιτικής μου θέσης, απάντηση. Ωστόσο, είναι ηλίου φαεινότερο, ότι το ενδεχόμενο αυτό προκαλεί φόβο. Φόβο στο ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., φόβο στο δικομματικό σύστημα εξουσίας που έχει διαμορφώσει με τον γνωστό, στρεβλό τρόπο τα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα από το 1974 ως σήμερα, με αποτέλεσμα την τωρινή χρεοκοπία, που δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και, πρωτίστως, πολιτική και κοινωνική.
Και όπως συμβαίνει συχνά, τη στιγμή που το πολιτικό σκηνικό, όπως το ξέραμε ως σήμερα, καταρρέει, καθώς είναι ιστορικά γνωστό ότι στο πέρασμά του το ΔΝΤ αφήνει πίσω του, πέρα από κοινωνικά συντρίμμια, και ισοπέδωση του πολιτικού σκηνικού, αυτός ο έντονος φόβος του καινούργιου που έρχεται, της ανατροπής που επίκειται, μεταμφιέζεται σε ελάχιστα κεκαλυμμένη απειλή. Στη σημερινή συγκυρία στη χώρα μας, η απειλή αυτή έχει όνομα: «διχασμός», «εμφύλιος» – ιστορικές περίοδοι που στιγματίστηκαν από αδελφοκτόνες συγκρούσεις. Άρα;
Όπως κάλεσε τους έλληνες πολίτες και ο κ. Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ, ο πρόεδρος του Eurogroup, δεν πρέπει να ενισχυθούν «ακραίοι» σχηματισμοί γιατί μπορεί να υπάρξει αποσταθεροποίηση και διολίσθηση σε διχαστικές καταστάσεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται…Το πρόβλημα με την κατασκευή αυτή είναι ότι πρόκειται ακριβώς για… κατασκευή με εμπνευστές εντός κι εκτός Ελλάδας, καθώς παρεμφερή σενάρια εκπονούνται από διεθνείς οργανισμούς ενώ παράλληλα εδώ και λίγο καιρό ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στρέφουν συγχρονισμένα τα πυρά τους κατά της Αριστεράς, «ανακαλύπτοντας» ότι αυτή ευθύνεται για όλες τις κακοδαιμονίες του τόπου. Ουδείς λόγος για τη σκανδαλώδη, δικομματική εύνοια του κεφαλαίου σε βάρος της εργασίας, για τη δημιουργία του πελατειακού κράτους, για την ενδημική διαφθορά, για τα «έργα και τις ημέρες» ΝΔ και ΠΑΣΟΚ τα τελευταία 38 χρόνια. Η μεγάλη υπεύθυνη της σημερινής κατάστασης είναι η Αριστερά, η οποία επιπλέον απειλεί τη χώρα και με νέο Εθνικό Διχασμό.
Ωστόσο πρόκειται περί μυθοπλασίας. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας και περιστολής των κοινωνικών δικαιωμάτων που εφαρμόζουν ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., τώρα υπό τον μη εκλεγμένο πρωθυπουργό Λ. Παπαδήμο και προηγουμένως υπό τον Γ. Παπανδρέου, πλέον όλο και μεγαλύτερα τμήματα πολιτών που είχαν εγκλωβιστεί σε αυτά, τα εγκαταλείπουν, διεκδικώντας άλλες πολιτικές εκφράσεις. Αρκετοί στρέφονται και προς την Αριστερά.
Δημιουργεί το γεγονός αυτό τις προϋποθέσεις της κοινωνικής έκρηξης; Σίγουρα όχι με τις προϋποθέσεις που υπαινίσσονται οι ντόπιοι και ξένοι «μπουρλοτιέρηδες». Τίποτε όμως δεν μπορεί να αποκλείσει αυτό το ενδεχόμενο, όχι όμως με τη μορφή του «Διχασμού» αλλά της απόγνωσης των μη εχόντων. Δηλαδή, με τους σημερινούς ρυθμούς εξαθλίωσης, πολύ σύντομα του 99%…
* Το θέμα “πολιτική πόλωση ή κοινωνικός διαχασμός” έτρεξε σαν κεντρικό θέμα στο 4ο τεύχος του περιοδικού ΜΟΝΟ. Μπορείτε να διαβάσετε την εισαγωγή του Τάσου Τσακίρογλου σε αυτό το link. Σύντομα θα δημοσιευθούν στο blog του περιοδικού και οι τοποθετήσεις των Σπύρο Μαρκέτο, Ευτύχη Μπιτσάκη & Κωστή Χατζηδάκη, που κλείνουν το θέμα.
Trackbacks